Ροδόχρους Νόσος

Η Ροδόχρους Νόσος αποτελεί μία χρόνια, αυτοάνοση φλεγμονώδη διαταραχή του δέρματος, η οποία συνοδεύεται από αυξημένη αντιδραστικότητα των τριχοειδών αγγείων στη ζέστη, με αποτέλεσμα να προκαλείται ερυθρότητα, συνήθως κεντρικά στο πρόσωπο, δηλαδή στην περιοχή της μύτης, στα μάγουλα και το πηγούνι.

 

Πρόκειται για μία πολυπαραγοντική νόσο που πλήττει τόσο τους ενήλικες όσο και τα παιδιά, αν και παρουσιάζεται με μεγαλύτερη συχνότητα σε άτομα ηλικίας άνω των 30 ατών, που έχουν ανοιχτόχρωμο δέρμα ή εμφανίζουν θετικό οικογενειακό ιστορικό. Σε ορισμένες περιπτώσεις, εκδηλώνεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή της εμμηνόπαυσης.

 

Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η Ροδόχρους νόσος διαφέρει από τη Ροδόχρου πιτυρίαση, η οποία ορίζεται ως ένα μη μεταδοτικό εξάνθημα, αγνώστου ιογενούς αιτιολογίας.

Τα κλινικά σημεία και συμπτώματα της Ροδόχρου Νόσου

 

Τα σημεία του προσώπου που κατεξοχήν προσβάλλονται στη Ροδόχρου Νόσο είναι η μύτη και τα μάγουλα. Δεν αποκλείεται βέβαια να παρουσιαστούν συμπτώματα και στο σώμα, με προεξάρχον σημείο το στήθος.

 

Υπάρχουν πολλοί τύποι Ροδόχρου Νόσου με διαφορετική ένταση. Τα συμπτώματα με τα οποία παρουσιάζεται η Ροδόχρους Νόσος ποικίλλουν μεταξύ των ασθενών, γεγονός που οφείλεται στην παθογένεση της νόσου, η οποία πολλές φορές συγχέεται με άλλα νοσήματα του δέρματος. Ο Ερυθηματώδης Λύκος, παραδείγματος χάριν, είναι μία πάθηση, τα συμπτώματα της οποίας είναι σε μεγάλο βαθμό παρόμοια με αυτά της Ροδόχρου Νόσου.

 

Στα κυριότερα συμπτώματα συγκαταλέγονται τα κάτωθι:

  • Έντονο ερύθημα και αγγειακή διαστολή του προσώπου.
  • Βλατίδες και φλύκταινες στο πρόσωπο του ασθενούς, καθώς και πάχυνση του δέρματος.
  • Φλεγμονώδεις βλατίδες και φλύκταινες στο πρόσωπο
  • Ερυθρότητα που μπορεί να επεκταθεί στο λαιμό, στο στήθος, στο κεφάλι και τα αυτιά.
  • Οίδημα και διάχυτη ξηρότητα στο πρόσωπο σε οποιοδήποτε στάδιο της νόσου.
  • Έξαψη στις προσβληθείσες περιοχές, η οποία ενίοτε συνυπάρχει με ταχυπαλμία, αίσθηση καύσου, φαγούρα, τσούξιμο και ζαλάδες.
  • Όταν η ασθένεια βρίσκεται σε έξαρση, μπορεί να εξελιχθεί σε υπερτροφία των σμηγματογόνων αδένων.
  • Διόγκωση των αιμοφόρων αγγείων στη μύτη και στα μάγουλα (σε σοβαρές περιπτώσεις).
  • Αίσθημα ερεθισμού, πρήξιμο και ερυθρότητα στα μάτια. Ενδέχεται, μάλιστα, σε σοβαρές μορφές της νόσου, να παρουσιαστεί κερατίτιδα, επιπεφυκίτιδα και βλεφαρίτιδα.

Τα Αίτια της Ροδόχρου Νόσου

 

Με την πάροδο των ετών, η χρόνια έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία ευθύνεται για τη σταδιακή μεταβολή του δέρματος όσον αφορά στη σύνθεση του σμήγματος, της λιπαρής δηλαδή ουσίας που βοηθάει στη διατήρηση της υγρασίας του δέρματος.

 

Βάσει διαφόρων ερευνητικών μελετών, όταν επέλθουν αλλαγές στη σύνθεση του δέρματος, προκαλείται η αριθμητική αύξηση των ακάρεων Demodex, τα οποία τρέφονται από το σμήγμα. Το τελικό επακόλουθο που προκύπτει είναι η δημιουργία μίας φλεγμονώδους κατάστασης, που συντείνει στην έξαρση της Ροδόχρου Νόσου.

 

Βέβαια, η αιτιοπαθογένεια αυτής της φλεγμονώδους δερματοπάθειας συνδέεται με διαταραχές του αμυντικού συστήματος του δέρματος, με αλλοιώσεις των αγγείων. Πρόκειται για μία αυτοάνοση πάθηση, η οποία οφείλεται σε δυσμενείς επιγενετικούς παράγοντες (τοξίνες, μολύνσεις, ακτινοβολίες, χημικές ουσίες που διαχέονται στο περιβάλλον, άγχος, κακή διατροφή, επιβλαβής τρόπος ζωής), οι οποίοι δεν προάγουν τη σωστή βιοχημεία του σώματος.

Εκλυτικοί Παράγοντες

 

Επιπλέον παράγοντες που ενοχοποιούνται για την έκφραση της νόσου, καθώς και για την επιδείνωση των συμπτωμάτων είναι οι εξής:

  • Η κληρονομική προδιάθεση
  • Οι ορμονικές ανισορροπίες
  • Ορισμένα προβλήματα του γαστρεντερικού συστήματος
  • Η χρήση προϊόντων ομορφιάς, στα οποία εμπεριέχονται όξινα και αλκοολούχα συστατικά ή ουσίες που επιτείνουν τον ερεθισμό του δέρματος
  • Οι ακραίες θερμοκρασίες
  • Τα ζεστά μπάνια
  • Η καφεΐνη, το αλκοόλ, τα πικάντικα φαγητά και οι επίπονες αθλητικές δραστηριότητες.
  • Η χρόνια και υπερβολική έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία

Οι Κλασικές Θεραπευτικές Προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση της Ροδόχρου Νόσου

 

Οι συνήθεις θεραπείες που εφαρμόζονται για την αντιμετώπιση της Ροδόχρου Νόσου αποβλέπουν στην εξομάλυνση της φλεγμονής και περιλαμβάνουν την τοπική χρήση κρεμών ή τη διά του στόματος λήψη φαρμάκων. Κάποιες εξ αυτών είναι οι εξής:

  • Μετρονιδαζόλη, αζελαϊκό οξύ, νατριούχο σουφλακεταμιδές και καθαριστικά που περιέχουν «θείο». Αυτά χορηγούνται σε περιπτώσεις Βλατιδοφλυκταινώδους (συνοδεύεται από στίγματα με κόκκινο χρώμα και από κόκκινα σπυράκια με περιεχόμενο) και Ερυθηματοτελαγγειεκτατικού τύπου της Ροδόχρου Νόσου (συνοδεύεται από παρατεταμένη έξαψη, διάρκειας άνω των 10 λεπτών)
  • Τοπικές θεραπείες με τη χορήγηση υπεροξειδίου του βενζολίου και τοπικής κλινδαμυκίνης. Συνιστώνται σε ασθενείς με Κοκκιώδη Νόσο.
  • Οι ουσίες «πιμεκρόλιμους» και «τακρόλιμους» χορηγούνται σε όσους εμφανίζουν συμπτώματα σκλήρυνσης και απολέπισης στο δέρμα ή πάσχουν από τον Ερυθηματοτελαγγειεκτατικό ή το Βλατιδοφλυκταινώδη τύπο.
  • Ρετινοειδή, τα οποία προτείνονται σε πάσχοντες των οποίων το δέρμα έχει υποστεί φθορές από τις ηλιακές ακτίνες.
  • Τοπική χορήγηση α-αδρενεργικών, βριμονιδίνης ή ιβερμεκτίνης.
  • Διά του στόματος λήψη αντιβιοτικών ουσιών, όπως η τετρακυκλίνη, η δοξυκυκλίνη και η μινοκυκλίνη, για ένα διάστημα 2 έως 3 μηνών.
  • Ισοτρετινοΐνη, προπανολόνη και κλονιδίνη
  • Διά στόματος αγωγή β- αδρενεργικών αποκλειστών.

Οι ενδεχόμενες παρενέργειες των φαρμάκων

 

Εντούτοις, οι παραπάνω θεραπευτικές προσεγγίσεις ενοχοποιούνται για την εμφάνιση μίας πλειάδας παρενεργειών στο ανθρώπινο σώμα. Η χορήγηση Μετρονιδαζόλης μπορεί να προκαλέσει γαστρεντερικές διαταραχές, αναστρέψιμη παγκρεατίτιδα, λευκοπενία και περιφερική νευροπάθεια.

 

Το αζελαϊκό οξύ ευθύνεται για την ανάπτυξη τοπικού ερεθισμού, την παρουσία ερυθήματος, ξηρότητας, απολέπισης, καύσου και κνησμού. Η Σουφλακεταμίδη Νατριούχος δεν ενδείκνυται για τα νεογνά και για όσους πάσχουν από νεφρική και ηπατική ανεπάρκεια.

 

Οι τετρακυκλίνες αντενδείκνυνται τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και ενοχοποιούνται για την πρόκληση διαταραχών στο γαστρεντερικό σύστημα, καθώς και για την επιβάρυνση του ήπατος. Ενδέχεται ακόμη να οδηγήσουν σε κνίδωση, αρθραλγίες, ονυχόλυση, ιλίγγους ή να επιφέρουν την ανάπτυξη μυκήτων γύρω από τον πρωκτό και τη γεννητική περιοχή.

 

Τα ρετινοειδή, μάλιστα, ενδέχεται να προκαλέσουν τερατογενέσεις, μυαλγίες, κατάθλιψη, φωτοευαισθησία, μεταβολή των οστών και υπερλιπίδια, εφόσον υπάρχει κληρονομική προδιάθεση.

Φωτοθεραπεία και λοιπές Μέθοδοι Laser για τη Ροδόχρου Νόσο

 

Η μέθοδος της Φωτοθεραπείας μπορεί να συνδράμει στην αντιμετώπιση του μόνιμου ερυθήματος και διενεργείται με τα Lasers IPL και PDL. Επίσης, η αντιμετώπιση της τελαγγειεκτασίας μπορεί να καταστεί εφικτή με τη χρήση LPL Lasers, με ηλεκτροκαυτηριασμό και λοιπές μεθόδους Lasers, όπως το Nd: Yag (1064 nm).

 

Βέβαια, η διενέργεια Laser παρουσιάζει μειωμένα ποσοστά επιτυχίας όσον αφορά στην αντιμετώπιση της Ροδόχρου Νόσου και ενοχοποιείται για την εμφάνιση ενδεχόμενης έντονης ερυθρότητας και εγκαύματος.

 

Αντενδείκνυται, μάλιστα, σε περίπτωση θετικού ιστορικού χηλοειδών ή ύπαρξης κάποιας Αυτοάνοσης φωτοευαίσθητης νόσου, όπως η Ψωρίαση. Μάλιστα, δεν προτείνεται σε περιπτώσεις όπου γίνεται λήψη τετρακυκλινών και ρετινοειδών.

Η Σύγχρονη Ιατρική Αντιμετώπιση της Ροδόχρου Νόσου

 

Χρειάζεται να επισημανθεί ότι κάθε περιστατικό της Ροδόχρου Νόσου οφείλει να αντιμετωπίζονται ως ιδιαίτερη, ξεχωριστή περίπτωση και να αξιολογείται με γνώμονα τα  κλινικά και εργαστηριακά δεδομένα. Δεδομένου ότι η Ροδόχρους Νόσος είναι μία Αυτοάνοση και πολυπαραγοντική νόσος,  η θεραπευτική προσέγγιση πρέπει να εστιάζει στην εξάλειψη των συμπτωμάτων της νόσου.

 

Η Ροδόχρους Νόσος συγκαταλέγεται στις αυτοάνοσες παθήσεις, οι οποίες αναπτύσσονται, όταν το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στα κύτταρα του ίδιου του οργανισμού, διότι παύει να τα αναγνωρίζει ως δικά του, ως αποτέλεσμα της κυτταρικής αλλοίωσης.

 

Η Σύγχρονη Ιατρική Αντιμετώπιση της Ροδόχρου Νόσου έγκειται στην αντιμετώπιση κάθε βιοχημικής και κυτταρικής εκτροπής, η οποία επιφέρει την εκδήλωση της νόσου.

 

Για την επίτευξη όλων των παραπάνω, εκπονούνται εξατομικευμένες θεραπευτικές αγωγές που συνηγορούν στην αποκατάσταση της κυτταρικής και ορμονικής ισορροπίας του οργανισμού, χωρίς χημικά έκδοχα και κατάλοιπα. Αυτές περιλαμβάνουν τη χορήγηση Μικρο-και Μακροθρεπτικών συστατικών, τη Φυσική Ορμονική Αποκατάσταση με «Βιομιμητικές» Ορμόνες και Λειτουργική (Θεραπευτική) Διατροφή.

 

Τα συγκεκριμένα προηγμένα θεραπευτικά πρωτόκολλα προκύπτουν κατόπιν ενός πλήρους επιγενετικού ιατρικού ιστορικού, το οποίο διερευνά το σύνολο των επιγενετικών παραγόντων στους οποίους έχει εκτεθεί ο ασθενής και στοιχειοθετούνται κατόπιν της συνεκτίμησης των εργαστηριακών τιμών, που προκύπτουν από εξειδικευμένες εξετάσεις, με βάση τις βέλτιστες επιθυμητές τιμές.

 

Το κύτταρο σταδιακά αρχίζει να επανέρχεται στην πρότερη, υγιή του μορφή, με αποτέλεσμα το Αυτοάνοσο Νόσημα να αρχίζει σταδιακά να υποχωρεί ήδη από τους πρώτους μήνες της θεραπείας.